μετάφημι

μετάφημι
μετά-φημι, ipf. μετέφη: speak among or to, τισί, also w. acc., Il. 2.795. See φημί.

A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • μετάφημι — (Α) μιλώ μαζί με άλλους ή ως αντιπρόσωπος άλλων («εὐχόμενος μετέφη θεοῑσι», Ομ. Οδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < μετ(α) * + φημί «λέγω»] …   Dictionary of Greek

  • μετέφη — μετάφημι speak among imperf ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φημί — ΝΜΑ, και δωρ. τ. φαμί και αιολ. τ. φᾱμι Α νεοελλ. (λόγια φρ.) «αυτός έφα» χρησιμοποιείται για να δηλώσει γνώμη που έχει εκφραστεί από αυθεντία, χωρίς να επιδέχεται καμιά αμφισβήτηση, και η οποία προέρχεται από τη φράση που χρησιμοποιούσαν οι… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”